Το κίνημα του Μαυρογένη (1858)

Το κίνημα του Μαυρογένη (1858)

   Το τέλος του Κριμαϊκου πολέμου και η συνθήκη των Παρισίων του 1856, ανάγκασε τον Σουλτάνο να υπογράψει το Χατι Χουμαγιούν, παραχωρόντας στους υπήκοους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μεταξύ άλλων και το δικαίωμα της ανεξιθρησκείας και της αναγνώρισης της ιδιοκτησίας.

  Στην Κρήτη, με την εφαρμογή του διατάγματος άρχισαν μαζικοί επαναχριστιανισμοί εξισλαμισμένων οικογενειών της Κρήτης, πολλές φορές μέσα σε  πανηγυρικό κλίμα, γεγονός που ενόχλησε τον ούτως ή άλλως αυταρχικό Βελή Πασά.

   Ο Βελή Εντίν Πασάς, προχώρησε σε παρεμβάσεις και έλεγχο των εκλεγμένων συμβούλων κσι αντιπροσώπων, φυλακίσεις, τρομοκράτηση πολιτών που είχαν αποκαλύψει την πραγματική τους θρησκεία και επιβολή σκληρής φορολογίας που εξόργισε τους Κρητικούς.

  Στην επαρχία Σφακίων ήδη απο τις αρχές του 1858 αρχίζει να σχηματίζεται και πάλι επαναστατική εστία με πρωτεργάτες Σφακιανούς και Λακκιώτες οπλαρχηγούς, ενώ η επαναστατική διάθεση των Σφακιανών υποκινεί προς την ίδια κατεύθυνση και το υπόλοιπο νησί, δημιουργώντας ένα εκρηκτικό κλίμα.

  Στις 24  Απριλίου του 1858, στα πλαίσια της είσπραξης των φόρων που έχει επιβάλει ο Βελή Πασάς, Τούρκικο κλιμάκιο έρχεται στους Λάκκους. Ο Λακκιώτης Εμμανουήλ Μαυρογένης υποκινούμενος και υποστηριζόμενος απο τον Έλληνα πρόξενο Νικόλαο Κανάρη, με μικρή ομάδα οπλοφόρων επεμβαίνει και διώχνει τους Τούρκους εισπράκτορες, διαμηνύοντας στον Βελή Πασά οτι δεν θα πληρωθούν φόροι, ενώ επιστρέφει τους ήδη εισπραχθέντες φόρους στους κατοίκους του χωριού.

                   

  Σφραγίδα του κινήματος                             Οικόσημο της Οικογένειας

  Μαυρογένη  του  1858.                             Μαυρογένη

  Παράλληλα, μεγάλη δύναμη Επαναστατών συγκεντρώνεται στους Λάκκους και στις αρχές Μαΐου κατεβαίνει στη θέση Μπουτσουνάρια, στις παρυφές των Χανίων οπου ενώνεται με μια δύναμη περίπου 5.000 ανδρών.

  Αφού εκλέγονται οι πληρεξούσιοι, παραλαμβάνουν υπόμνημα που αναφέρεται στην μη τήρηση του Χάτι Χουμαγιούν και ζητούν την απομάκρυνση του αυταρχικού Βελή Πασά, το οποίο παραδίδεται στην ηγεσία των Μεγάλων δυνάμεων, στο Ελληνικό Προξενείο και στην Τουρκική διοίκηση ενώ αποστέλεται και στον Σουλτάνο.

  Ο Βελή Πασάς προσπάθησε να δυναμιτίσει την κατάσταση και να σπρώξει τον Τουρκικό στρατό στην ένοπλη επέμβαση ενώ ταυτόχρονα κάλεσε όλους τους Οθωμανούς να κλειστούν στα μεγάλα κάστρα του νησιού.

  Η ψύχραιμη στάση του στρατιωτικού διοικητή Μεχμέτ Πασά, που αρνήθηκε την ένοπλη επέμβαση χωρίς αιτία αλλα και χωρίς Σουλτανικό φιρμάνι απέτρεψε τα χειρότερα, ενώ η Υψηλή Πύλη, κάτω απο την πίεση των γεγονότων και το έντονο ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, απομάκρυνε το Ιούλιο του 1858 τον Βελή Πασά τοποθετώντας στη θέση του τον Σαμή Πασά που άρχισε άμεσες διαπραγματεύσεις με τον Σφακιανό οπλαρχηγό Μανουσογιαννάκη, οι οποίες τελείωσαν με συμφωνία που τερμάτισε την εξέγερση αναίμακτα.

  Στο Σουλτανικό φιρμάνι που έφερε ο Σαμή Πασάς απο την Κωνσταντινούπολη, αναφέρονταν μεταξύ άλλων, το δικαίωμα της οπλοκατοχής και ο θεσμός των Δημογεροντιών, που έδωσε στους Κρητικούς το δικαίωμα παρέμβασης σε θέματα κοινωνικά, κληρονομικού δικαίου και παιδείας. 

  Οι Δημογεροντίες συστήθηκαν με έδρες στα Χανιά, το Ρέθυμνο και το Ηράκλειο. Στα Χανιά και στο Ηράκλειο ήταν 7μελής, ενώ στο Ρέθυμνο 6μελής.

  Ένα μέλος απο κάθε Δημογεροντία εκλέγονταν απο την εκκλησία και τα υπόλοιπα απο εκλέκτορες - εκπρόσωπους διαφόρων συντεχνιών, εμπόρων ή αστών, ενώ αντίστοιχες Δημογεροντίες συστάθηκαν και για τους μουσουλμάνους.

  Ωστόσο, πέρα απο τις όποιες πολιτικές μεταρυθμίσεις που έφερε το φιρμάνι του 1858, το δικαίωμα της οπλοκατοχής ήταν αυτό που στη συνείδηση του Κρητικού λαού κατοχύρωσε το δικαίωμα της προσωπικής άμυνας έναντι στην αυθαιρεσία των Τουρκοκρητικών και μάλλον το μεγαλύτερο κέρδος του Κινήματος Μαυρογένη