Μανούσος Καλλικράτης

  Το 1919, ανακαλύφθηκε στη βιβλιοθήκη της Μονής Βατοπεδίου ένα χειρόγραφο γραμμένο απο κάποιον μοναχό με το όνομα Καλλίνικος και καταγωγή απο την Ανώπολη Σφακίων, που εξιστορούσε τη συμμετοχή 1500 Κρητών πολεμιστών υπο την αρχηγία του Μανούσου Καλλικράτη, στην άμυνα της Κωνσταντινούπολης κατα τη διάρκεια της πολιορκίας της απο τους Οθωμανούς, το 1453. Τα γεγονότα του υπαγορεύτηκαν απο τον νυν μοναχό και τέως αρχηγό μοίρας της δύναμης αυτής Πέτρο Κάρχα, ή Γραμματικό, που πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο Άγιο Όρος.
   Ήδη απο τις αρχές του 1453 ο Μανούσος Καλλικράτης, άρχοντας των Σφακίων και τοπικός αρχηγός του Σελίνου, είχε κληθεί απο τους Βυζαντινούς με μήνυμα που του παραδόθηκε μέσω των Βενετών να βοηθήσει με κάθε τρόπο στην άμυνα της Πόλης.
  Στις 18 Μαρτίου 1453 είχε οργανώσει τον μικρό στρατό του και αναχώρησε απο τη Σούδα με 5 καράβια, και δύναμη 1500 ανδρών. Τρία απο αυτά ήταν ιδιοκτησίας του Μανούσου Καλλικράτη, ο οποίος σε ηλικία πλέον 80 ετών, τέθηκε αρχηγός της δύναμης και καπετάνιος του ενός απο τα 5 πλοία.   Στο δεύτερο πλοίο τέθηκε καπετάνιος ο Γρηγόρης Βατσανός Μανιάκης απο το Ασκύφου Σφακίων και στο τρίτο ο Πέτρος Κάρχας ή Γραμματικός, απο την Κυδωνία.
  Στο τέταρτο πλοίο τέθηκε καπετάνιος ο ιδιοκτήτης του Ανδρέας Μακρής με καταγωγή απο το Ρέθυμνο και κάτοικος Πάτμου, και στο πέμπτο πλοίο ιδιοκτησίας Νικόλαου Στειακού τέθηκε καπετάνιος ο Παυλής Καματερός απο την Κίσαμο. Δύο απο τα πέντε πλοία, ξεκίνησαν απο το Χάνδακα με άνδρες του νομού Ηρακλείου και τα υπόλοιπα τρία ανδρώθηκαν απο τα Χανιά και το Ρέθυμνο.
  Τα πλοία ταξίδεψαν μέχρι το Μούδρο της Μυτιλήνης οπου έκαναν μια σύντομη σταση ανεφοδιασμού και αποφασίστηκε η διάσχιση των στενών κατα τις νυχτερινές ώρες, αφού στόχος ήταν η αναίμακτη αποβίβαση στην Πόλη και όχι η αναμέτρηση με τον Τουρκικό στόλο. 
   Λίγο πρίν την έξοδο απο τα στενά και την είσοδο τους στη θάλασσα του Μαρμαρά τα Κρητικά πλοία έγιναν αντιληπτά απο το φρούριο της Καλλίπολης και δέχτηκαν πυρά χωρίς σοβαρές απώλειες, όμως ο  Οθωμανικός στόλος κινητοποιήθηκε και  κύκλωσε τα Κρητικά πλοία κοντά στα Προικονήσια.
  Ο Οθωμανικός στόλος υποτιμώντας την κατάσταση περικύκλωσε τα Κρητικά πλοία με σκοπό όχι να τα βυθίσει αλλα να τα λαφυραγωγήσει με ρεσάλτα. Μετά απο δέκα ώρες μαχών οι Τούρκοι όχι μόνο δεν είχαν καταφέρει να κάμψουν την αντίσταση των Κρητικών αλλα έχασαν και δέκα φούστες που σαν ελαφρια και γρηγορα πλοία έμπαιναν πάντα μπροστά και έφταναν πρώτα σε απόσταση μάχης με τους ανώτερους Κρητικούς δρόμωνες. Σε ένα απο αυτά τα ρεσάλτα των Οθωμανών, χάθηκε το πλοίο του Γρηγόρη Μανιάκη, το οποίο εμβολίστηκε απο Τουρκική φούστα, όμως οι άνδρες του Μανιάκη μπόρεσαν να κάνουν ρεσάλτο στο Τουρκικό πλοίο το οποίο κατέλαβαν.
  Βλέποντας τα αρνητικά αποτελέσματα στην τακτική των Τούρκων, ο ναύαρχος του Τουρκικού στόλου δέταξε να σταματήσουν τα ρεσάλτα και να βυθίσουν τα Κρητικά πλοία. Στη δύσκολη αυτή στιγμή ο Μανουσος Καλλικράτης μαζι με εφτά ακόμα μαχητές και δύο απο τα Κρητικά πλοία συνέχισαν τη μάχη, δίνοντας την ευκαιρία στα υπόλοιπα τρία και σε όσους μαχητές είχαν απομείνει να απομακρυνθούν προς το Βόσπορο. Η θυσία αυτή του Καπετάν Μανούσου Καλλικράτη και των εφτά μαχητών του, έδωσε τη δυνατότητα στους υπόλοιπους να απομακρυνθούν, αφού οι Τούρκοι βλέποντας μαζι με τους δύο δρόμωνες και την Τουρκική φούστα, μπερδεύτηκαν και έδωσαν βάρος στα δύο πλοία που έμειναν στην περιοχή τα οποία τελικά καιγόμενα προσάραξαν στα βράχια των Προικονησιών. Απο τη μάχη αυτή χάθηκαν περίπου 600 άνδρες, ενώ σχεδόν οι μισοί απο τους υπόλοιπους ήταν τραυματίες. Οι απώλειες των τουρκων έφτασαν τους 1000.
  Τα τρία εναπομείναντα πλοία κατάφεραν να μπούν στον Κεράτιο κόλπο και να φτάσουν στην Πόλη με τη βοήθεια και των δύσκολων καιρικών συνθηκών που είχαν ακινητοποιήσει τον Τουρκικό στόλο. Οταν έφτασαν στην Πόλη, οι Κρητικοί χωρίστηκαν σε δύο Τούρμες, αναλαμβάνοντας διαφορετικά σημεία φύλαξης.  Η μία με αρχηγούς τους Ανδρέα Μανιάκη, Πετρο Καρχα και Γρηγόρη Μανιάκη ανέλαβε την άμυνα των πύργων του Αλεξίου, του Λέοντος και του Βασιλείου, ενώ η δεύτερη Τούρμα με αρχηγό  Παυλή Καματερό ανέλαβε την άμυνα της Ωραίας Πύλης που βρισκόταν κάτω απο αυτούς τους πύργους.
  Η Άλωση της Πόλης δεν έκαμψε την αντίσταση των Κρητικών που συνέχιζαν να πολεμούν την ίδια ώρα που οι περισσότεροι απο τους υπερασπιστές της την είχαν ήδη εγκαταλείψει. Οι Οθωμανοί, εντυπωσιαζμένοι αποφάσισαν να τους προσφέρουν συνθηκολόγηση με τους δικούς τους όρους, αν μη τι άλλο σε ένδειξη απόδοσης τιμής για τη γενναιότητα τους. Ο Πέτρος Κάρχας ή Γραμματικός, βαριά τραυματισμένος αλλά μοναδικός πλέον επιζών απο τους αρχηγούς της εκστρατείας των Κρητών, αποφάσισε να δεχθεί την πρόταση και μαζί με τους εναπομείναντες 170 Κρητικούς που δεν παρέδωσαν τα όπλα τους αλλα τα πήραν μαζί τους, επιβιβάστηκαν σε ένα πλοίο και αποχώρησαν απο την Κωνσταντινούπολη.
  Ο Πέτρος Κάρχας όρισε κυβερνήτη του σκάφους τον Παναγή Χαλκούση απο τον Χάνδακα, αφού ο ίδιος δεν ήταν σε θέση να κυβερνήση το πλοίο.  Κατα την έξοδο τους απο τα Δαρδανέλια ο Πέτρος Κάρχας κατάλαβε οτι δεν θα μπορούσε να αντέξει το πολυήμερο ταξίδι μέχρι την Κρήτη και ζήτησε απο τον Χαλκούση να τον μεταφέρει μέχρι το Άγιο Όρος οπου θα μπορούσε να νοσηλευθεί στη μονή Βατοπεδίου.  Η επιθυμία του έγινε σεβαστη και το πλοίο σταμάτησε στο Άγιο Όρος. Ο Πέτρος Κάρχας νοσηλεύτηκε στη Μονή Βατοπεδίου και θεραπεύτηκε, εκκάρη μοναχός και πήρε το όνομα Ιερώνυμος και έζησε ακόμα 8 χρόνια, εξιστορώντας στον μοναχό Καλλίνικο την περιπέτεια των Κρητικών.
  Το πλοίο με τους εναπομείναντες 170 μαχητές έφτασε στη Σούδα φέρνοντας τα μαντάτα της Άλωσης γεμίζοντας με ανάμεικτα συναισθήματα τους Κρητικούς. Λέγεται οτι στους εορτασμούς της επιστροφής των Κρητικών, χορεύτηκε πρώτη φορά ο Χανιώτικος Συρτός, ενω η παράδοση θέλει τα μαύρα πουκάμισα και τα μαύρα μαντήλια 
 
 
Πηγές